Δευτέρα - Παρασκευή | 10:00 - 21:00 | ΑΓΗΣΙΛΑΟΣ Κ. ΣΙΝΤΟΡΗΣ ΜΑΡΙΑ Β. ΤΟΓΕΛΟΥ & ΣΥΝΕΡΓΑΤΕΣ
Γρηγορίου Λαμπράκη 29, Ηγουμενίτσα

Περί του επιτρεπτού της έφεσης κατά μη οριστικών αποφάσ

Κατά τη διάταξη του άρθρου 513 παρ. 1 ΚΠολΔ έφεση επιτρέπεται μόνο κατά των αποφάσεων που εκδίδονται στον πρώτο βαθμό α) ….. β) των οριστικών αποφάσεων που περατώνουν όλη τη δίκη ή μόνο τη δίκη για την αγωγή ή για την ανταγωγή. Αν η απόφαση είναι εν μέρει οριστική δεν επιτρέπεται έφεση ούτε κατά των οριστικών διατάξεων πριν εκδοθεί οριστική απόφαση στη δίκη. Εν μέρει οριστική είναι η απόφαση με την οποία περατώνεται η δίκη ως προς ορισμένα μόνο κεφάλαια ή βάσεις της αγωγής ή προς ορισμένους μόνο διαδίκους ενώ ως προς τα υπόλοιπα κεφάλαια ή βάσεις ή ως προς τους υπόλοιπους διαδίκους η διαφορά δεν τέμνεται οριστικά αλλά εξακολουθεί να είναι εκκρεμής. Το αποτέλεσμα αυτό διατυπώνεται με σχετική διάταξη στο διατακτικό, το οποίο αποτελεί την ουσία της απόφασης και περιέχει τη θέληση και διαταγή του Δικαστηρίου, ή και στο σκεπτικό αλλά ρητά και με σαφήνεια (ΑΠ 7/2003 ΝΟΜΟΣ, ΜΕφΠειρ 341/2019, Σ. Σαμουήλ, Η έφεση, έκδοση 2003, σελ.86, 92, αρ. 207,223). Εξαίρεση του κανόνα, ότι η έφεση δεν χωρεί κατά αποφάσεως εν μέρει οριστικής, προβλέπεται στον νόμο όταν δικάζεται αγωγή και ανταγωγή (άρθρο 513 παρ.1 εδ. β’ ΚΠολΔ). Εάν εκδοθεί οριστική απόφαση επί της μιας από αυτές, συγχωρείται έφεση, παρόλο που δεν έχει περατωθεί οριστικά η διαφορά επί της άλλης (Σ. Σαμουήλ, ο.π. σελ. 96, αρ.226). Επίσης, ο κανόνας του μη επιτρεπτού της έφεσης κατά εν μέρει οριστικής απόφασης κάμπτεται και στην περίπτωση, κατά την οποία υπάρχει απλή ομοδικία και η πρωτόδικη απόφαση είναι οριστική ως προς έναν ή μερικούς ομαδικούς, μη οριστική δε ως προς τους λοιπούς. Διότι από τις διατάξεις των άρθρων 74, 75 παρ. 1 και 2, 76 και 517 εδ. β’ ΚΠολΔ προκύπτει ότι, στην περίπτωση αυτή, η έναντι κάθε ομοδίκου οριστική διάγνωση έχει αυτοτέλεια και η ως προς αυτόν κρίση περατώνει έναντι αυτού τη δίκη. Έκτοτε, συνεπώς, η απόφαση είναι ως προς αυτόν εκκλητή και πριν ακόμη εκδοθεί οριστική απόφαση έναντι των λοιπών ομοδίκων (βλ. ΟλΑΠ 902/1982, ΑΠ 204/2013, ΝΟΜΟΣ, ΕφΔωδ 201/2013, ό.π., ΕφΠατρ 491/2011, ΑΧΑΝΟΜ 2012, σ.298, ΕφΘεσ 718/2010, Αρμ. 2012. ΕφΔωδ 395/2009, Α’ δημοσίευση ΝΟΜΟΣ, σ. 86, Σ. Σαμουήλ, ό.π., παρ. 225, σελ. 95).

Περαιτέρω, από τον συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 308, 309, 513, 539 και 533 ΚΠολΔ προκύπτει ότι οριστική απόφαση είναι εκείνη με την οποία τελειώνει η δίκη, με την παραδοχή ή την απόρριψη της αγωγής, ή άλλου εισαγωγικού δικογράφου και το δικαστήριο απεκδύεται κάθε άλλης εξουσίας στη δικαζόμενη υπόθεση. Αντίθετα, μη οριστικές αποφάσεις είναι εκείνες, που παρασκευάζουν την υπόθεση, ώστε να καταστεί ώριμη για έκδοση οριστικής απόφασης. Κατ’ άρθρο 308 παρ. 2 ΚΠολΔ σε περίπτωση σώρευσης περισσοτέρων βάσεων ή αιτημάτων, οπότε και τα αντικείμενα της δίκης είναι περισσότερα, το δικαστήριο μπορεί να εκδώσει οριστική απόφαση για όσα αντικείμενα (βάσεις ή αγωγές) είναι ήδη ώριμα, αναβάλλοντας να αποφασίσει οριστικά για τα άλλα. Αν η απόφαση είναι εν μέρει οριστική, δεν επιτρέπεται έφεση ούτε κατά των οριστικών διατάξεων πριν εκδοθεί οριστική απόφαση στη δίκη (απόσπασμα από την υπ’ αρ. 6267/2022 απόφαση του ΕφΑθ, αδημ.).

Ευγενία Φωτοπούλου, δικηγόρος

[email protected]

Πηγή άρθρου