Από τις διατάξεις των άρθρων 1871, 1872, ΑΚ προκύπτει ότι ο κληρονόμος δικαιούται με την περί κλήρου αγωγή να απαιτήσει από εκείνον που κατακρατεί ως κληρονόμος αντικείμενα της κληρονομιάς, την αναγνώριση του κληρονομικού του δικαιώματος και την απόδοση της κληρονομιάς ή κάποιου αντικειμένου της, ως αντικείμενα της κληρονομιάς, των οποίων, κατά τα ανωτέρω, την απόδοση δικαιούται να απαιτήσει ο κληρονόμος με την περί κλήρου αγωγή, θεωρούνται και εκείνα επί των οποίων ο κληρονομούμενος κατά το χρόνο του θανάτου του είχε την κυριότητα ή τη νομή ή και απλά κατοχή.
Στοιχεία της περί κλήρου αγωγής, η οποία αποσκοπεί στην προστασία του καθολικού κληρονομικού δικαιώματος, είναι α) ο θάνατος του κληρονομουμένου, β) το κληρονομικό δικαίωμα του ενάγοντος, λόγω της συγγενικής του σχέσης με τον κληρονομούμενο ή από διαθήκη, γ) ότι ο κληρονομούμενος είχε στην κυριότητα ή και μόνο στη νομή ή κατοχή κατά το χρόνο του θανάτου του τα κληρονομιαία πράγματα, και δ) ότι ο εναγόμενος κατακρατεί pro herede τα κληρονομιαία ακίνητα ως κληρονόμος, αντιποιούμενος κληρονομικό δικαίωμα (ΑΠ 856/2018). Δεν αποτελεί δε στοιχείο της βάσης της αγωγής περί κλήρου η αποδοχή και μεταγραφή της κληρονομιάς και η κυριότητα των εναγόντων στα αντικείμενα της κληρονομιάς (ΑΠ 1347/2015).
Ειδικότερα, εναγόμενος με την περί κλήρου αγωγή, η οποία έχει ως αντικείμενο την αναγνώριση του κληρονομικού δικαιώματος και την απόδοση της κληρονομιάς ή κάποιου αντικειμένου από αυτήν, είναι ο κατά το χρόνο της άσκησης της αγωγής νεμόμενος pro herede, δηλαδή ως κληρονόμος, αντικείμενα της κληρονομιάς, όπως αυτά μνημονεύονται στο άρθρο 1872 ΑΚ (ενσώματα ή ασώματα ή το αντικατάλλαγμα αυτών) ή τον πλουτισμό από αυτά. Δεν αρκεί αυτός να νέμεται τα αντικείμενα αυτά, αλλά και να τα νέμεται ως κληρονόμος, αντιποιούμενος, δηλαδή, κληρονομικό δικαίωμα, ανεξάρτητα αν τελεί σε καλή ή κακή πίστη, αν δηλαδή πιστεύει στην ύπαρξη του αξιουμένου κληρονομικού δικαιώματος. Αυτό σημαίνει ότι, αν κάποιος κατακρατεί αντικείμενο της κληρονομιάς επικαλούμενος όχι κληρονομικό του δικαίωμα, αλλά ότι του το πώλησε ή του το δώρισε ή του το εκμίσθωσε ή του το χρησιδάνεισε ο κληρονομούμενος ή ότι το κατέλαβε αδικαιολόγητα, τότε δεν μπορεί να εναχθεί με την περί κλήρου αγωγή, αλλά μ` αυτήν που αρμόζει στη συγκεκριμένη έννομη σχέση. Έτσι, ο ισχυρισμός του εναγομένου ότι νέμεται τα κληρονομιαία αντικείμενα, χωρίς ειδικό τίτλο ή με ειδικό τίτλο (π.χ. πώληση, δωρεά κ.λ.π., αδιάφορα αν ο τίτλος είναι έγκυρος ή όχι) ή και αυθαίρετα, δηλαδή, pro possessore και όχι ως κληρονόμος, αποτελεί ανεπτυγμένη άρνηση της αγωγής που ανάγεται στην παθητική του νομιμοποίηση (ΑΠ 75/2018), οπότε αν αποδειχθεί η βασιμότητα του παραπάνω ισχυρισμού η αγωγή περί κλήρου θα απορριφθεί ελλείψει παθητικής νομιμοποίησης. Κατ’ αυτού ο κληρονόμος μπορεί να ασκήσει, τόσο τις ειδικές αγωγές που θα είχε ο κληρονομούμενος (π.χ. διεκδικητική αγωγή), όσο και αγωγές για την προστασία της νομής (άρθρο 983 ΑΚ), καθώς επίσης και αναγνωριστική αγωγή για το κληρονομικό του δικαίωμα.
Εξάλλου, η εκτίμηση των πραγματικών περιστατικών και, περαιτέρω, ο ορθός νομικός χαρακτηρισμός έννομων σχέσεων και καταστάσεων (βάσει των εκτιθεμένων πραγματικών περιστατικών) ανήκει στο δικαστήριο, το οποίο προσδίδει στην έννομη σχέση που προβάλλεται με αυτήν τη νομική έννοια που αρμόζει, χωρίς να δεσμεύεται από τις απόψεις των διαδίκων (ΑΠ 25/2001). Τυχόν μνεία στην αγωγή περί υπαγωγής (ή μη υπαγωγής) των επικαλουμένων περιστατικών σε κάποια νομική διάταξη ή ο αναγραφόμενος στην αγωγή νομικός χαρακτηρισμός της μεταξύ των διαδίκων σχέσης στην οποία θεμελιώνεται το υποβαλλόμενο αίτημα, δεν είναι δεσμευτικός για το δικαστήριο, το οποίο οφείλει αυτεπαγγέλτως να προβεί σε ορθή νομική υπαγωγή, έστω και διαφορετική από εκείνη στην οποία προβαίνει ο ενάγων, χωρίς αυτό να συνιστά ανεπίτρεπτη μεταβολή της βάσης της αγωγής, αφού αυτή συγκροτείται από τα θεμελιούντα το αίτημα πραγματικά περιστατικά και όχι από τον νομικό τους χαρακτηρισμό (274/2021 ΑΠ, δημοσιευμένη σε ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ).
Αγγελική Λιγοψυχάκη, ασκ. δικηγόρος
Email: [email protected]