Δευτέρα - Παρασκευή | 10:00 - 21:00 | ΑΓΗΣΙΛΑΟΣ Κ. ΣΙΝΤΟΡΗΣ ΜΑΡΙΑ Β. ΤΟΓΕΛΟΥ & ΣΥΝΕΡΓΑΤΕΣ
Γρηγορίου Λαμπράκη 29, Ηγουμενίτσα

Προϋποθέσεις παραδεκτού για την άσκηση ανταγωγής

Κατά την έννοια της διάταξης του άρθρου 268 ΚπολΔ, μετά την εκκρεμοδικία ο εναγόμενος μπορεί να ασκήσει ανταγωγή, όταν η κύρια αγωγή υπάγεται στην ίδια διαδικασία με αυτή. Ασκείται δε, παραδεκτώς, με αυτοτελές δικόγραφο μετά τις τροποποιήσεις του ν.4335/2015 και όχι με τις προτάσεις. Μετά την άσκηση της, η δωσιδικία της διατηρείται και αν η κύρια αγωγή απορριφθεί ή ο ενάγων την ανακαλέσει ή παραιτηθεί από αυτή. Ανταγωγή, δηλαδή, είναι η αγωγή του εναγόμενου που ασκείται κατά τη διάρκεια της εκκρεμοδικίας της αγωγής και συνεκδικάζεται με αυτή, εξυπηρετεί δε την οικονομία της δίκης και συμπληρωματικά την αποτροπή έκδοσης αντιφατικών αποφάσεων. Αποτελεί δε επιθετική πράξη του εναγόμενου με ιδιαίτερα χαρακτηριστικά έναντι των λοιπών μέσων άμυνας και επίθεσης, με τα οποία δεν ταυτίζεται και δεν πρέπει να συγχέεται. Εξάλλου, θα πρέπει να διαλαμβάνει ιστορική βάση και αίτημα, που δεν πρέπει να ταυτίζονται με αυτά της αγωγής. Με την ανταγωγή λοιπόν επιδιώκεται η παροχή αυτοτελούς νομικής προστασίας και επιτρέπεται να ασκηθεί, ενόσω κατά τον νόμο επιτρέπεται να ασκηθεί αγωγή αν συνεπώς ο αντενάγων δεν θα μπορούσε να ασκήσει αυτοτελή αγωγή, είναι απαράδεκτη η ανταγωγή του. Σημειώνεται δε, πως δεν αρκεί να υπάρχει εκκρεμοδικία επί της αγωγής, αλλά και δεν πρέπει να υπάρχει εκκρεμοδικία με το περιεχόμενο της ανταγωγής σε άλλη διαδικασία.

Ακόμα, εφόσον δεν ορίζεται το αντίθετο, η ανταγωγή επιτρέπεται, αν οι αξιώσεις που προβάλλονται με αυτή έχουν ή ακόμη κι αν δεν έχουν συνάφεια με εκείνες της αγωγής συνεπώς οποιαδήποτε αξίωση του εναγόμενου κατά του ενάγοντος ακόμα κι αν δεν είναι σχετική με την αγώγιμη αξίωση, μπορεί να ασκηθεί με ανταγωγή, χωρίς να ερευνάται η ύπαρξη ουσιαστικής συνάφειας των αξιώσεων ενάγοντος και εναγόμενου (Μ.Μαργαρίτης-Α.Μαργαρίτη, ο.π.τόμος I, σελ. 459-460 και τις εκεί παραπομπές). Ακολούθως, απαραίτητη προϋπόθεση για την παραδεκτή άσκηση της είναι η ταυτότητα των διαδίκων με αναγκαίως εναλλασσόμενη δικονομική θέση και η υπαγωγή αγωγής και ανταγωγής στο ίδιο κατά δικαιοδοσία, καθ’ υλήν και κατά τόπο αρμόδιο δικαστήριο. Σε περίπτωση δε αναρμοδιότητας του δικαστηρίου της αγωγής και συνάμα παραπεμπτικής, κατά το άρθρο 46 ΚπολΔ, απόφασης, συμπαραπέμπεται και η ανταγωγή, εφόσον ανήκει στην καθ’ ύλη αρμοδιότητα του δικαστηρίου της παραπομπής ή κατώτερου δικαστηρίου. Το ίδιο, ισχύει, κατά την ορθότερη άποψη και στην περίπτωση, που η ανταγωγή υπάγεται σε διαφορετική από την αγωγή διαδικασία και έχει ασκηθεί με ιδιαίτερο δικόγραφο και θα πρέπει να παραπεμφθεί στην προσήκουσα διαδικασία του αρμόδιου δικαστηρίου.

Επιπλέον, ακόμα και αν η ανταγωγή ασκηθεί επικουρικά, επιφέρει τις δικονομικές και ουσιαστικές συνέπειες της άσκησης της αγωγής, ενώ η εκκρεμοδικία της ξεκινά με την κατάθεση του δικογράφου της. Μετά την άσκηση της, η δωσιδικία της διατηρείται ακόμα και όταν η κύρια αγωγή απορρίπτεται για τυπικούς ή ουσιαστικούς λόγους και συνεχίζεται η διαδικασία επί της ανταγωγής (Κεραμεύς-Κονδύλης- Νίκας, ό.π. σελ. 550, όπου ορθώς υποστηρίζεται πως η ανταγωγή αποτελεί αυτοτελή και αυθύπαρκτη αγωγή, ο χαρακτήρας της οποίας συνηγορεί υπέρ της άποψης ότι αυτή εξετάζεται ανεξάρτητα από την απόρριψη της αγωγής για οποιονδήποτε λόγο, ακόμα και δικονομικό, εκτός εάν ασκείται υπό την αίρεση παραδοχής της αγωγής).

Ωστόσο, η ανταγωγή παρουσιάζει περιορισμένη δικονομική εξάρτηση από την αγωγή. Πιο συγκεκριμένα, δίνεται η δυνατότητα κατάθεσης κοινών προτάσεων, προσκόμισης κοινών αποδεικτικών μέσων, τήρησης ενιαίων πρακτικών, εκπροσώπησης από τον ίδιο πληρεξούσιο δικηγόρο κτλ, λόγω και της συνεκδίκασής τους. Έκφανση της αυτοτέλειας της, αποτελεί και το γεγονός ότι αυτή έχει αυτοτελή ιστορική βάση και αίτημα, ενώ εξετάζεται για το ορισμένο της δυνάμει του άρθρου 216 ΚπολΔ, όπως και η αγωγή. Αν δε, έχει καταψηφιστικό αίτημα υπόκειται σε δικαστικό ένσημο, ενώ αν φέρει εμπράγματο χαρακτήρα πρέπει να εγγραφεί στα βιβλία διεκδικήσεων δυνάμει του άρθρου 220 ΚπολΔ (Κεραμεύς-Κονδύλης-Νίκας, ο.π. σελ. 551 και Μ.Μαργαρίτης, Α.Μαργαρίτη, τόμος I, ό.π. σελ. 459,περ.4 και Εφ.ΑΘ.650/2003) [1].

Άννα Ρεγκούτα, Δικηγόρος

e-mail: [email protected]

[1] ΕιρΚερκ 747/2020 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ

Πηγή άρθρου