Δευτέρα - Παρασκευή | 10:00 - 21:00 | ΑΓΗΣΙΛΑΟΣ Κ. ΣΙΝΤΟΡΗΣ ΜΑΡΙΑ Β. ΤΟΓΕΛΟΥ & ΣΥΝΕΡΓΑΤΕΣ
Γρηγορίου Λαμπράκη 29, Ηγουμενίτσα

Προσβολή της προσωπικότητας δια του τύπου

Κατά την παρ. 1 του άρθρου 14 του Συντάγματος, «καθένας μπορεί να εκφράζει και να διαδίδει προφορικά, γραπτά και δια του τύπου, τους στοχασμούς του, τηρώντας τους νόμους του Κράτους», ενώ κατά την παρ. 2 του ίδιου ως άνω άρθρου, «ο τύπος είναι ελεύθερος και η λογοκρισία και κάθε άλλο προληπτικό μέτρο απαγορεύονται». Από τις διατάξεις αυτές συνάγεται, ότι ο τύπος επιτελεί κοινωνικό λειτούργημα, ασκώντας καθήκοντα τα οποία ο ίδιος επιλέγει, βάσει της αποστολής του, που συνίστανται στην πληροφόρηση και στη σύμπραξη για τη διαμόρφωση της κοινής γνώμης. Η ελευθερία του τύπου δεν αποτελεί, όμως, αυτοσκοπό και

συνακόλουθα δεν πρέπει να συνεπάγεται χωρίς άλλο τη θυσία άλλων εννόμων αγαθών, γι’ αυτό και υπάγεται, σύμφωνα με το άρθρο 14 παρ. 1 Συντάγματος, στο γενικό περιορισμό της τήρησης των νόμων του Κράτους, οι οποίοι αποτελούν και το γενικό πλαίσιο μέσα στο οποίο κινείται και αναπτύσσεται ελεύθερα ο τύπος. Επομένως, με νόμο μπορεί να περιορισθεί η ελευθερία διάδοσης των στοχασμών και η αντίστοιχη ελευθερία πληροφόρησης, αρκεί αυτοί οι περιορισμοί να αποτελούν μόνο κατασταλτικά μέτρα και να μη θίγουν τον πυρήνα του δικαιώματος της ελευθερίας του τύπου. Άλλωστε, από το άρθρο 14 παρ. 1 Συντάγματος, σε συνδυασμό με τα άρθρο 25 παρ. 3 Συντάγματος και 281 ΑΚ, προκύπτει ότι, το δικαίωμα της ελευθεροτυπίας υπόκειται σε περιορισμούς και ασκείται εντός των ορίων που χαράσσουν οι νόμοι του κράτους, οι οποίοι επιδιώκουν όχι τη, με οποιονδήποτε τρόπο, παρεμπόδιση της ελευθεροτυπίας, αλλά την προστασία των πολιτών και του κοινωνικού συνόλου από την καταχρηστική άσκηση του δικαιώματος της, με τον τύπο, ελεύθερης έκφρασης γνώμης ή διάδοσης πληροφοριών ή άσκησης κριτικής.

Τα δυσδιάκριτα όρια του δικαιώματος της ελευθεροτυπίας από την εφαρμογή των προμνησθεισών διατάξεων προσδιορίζονται από το ημεδαπό δίκαιο από την διάταξη του άρθρου 367 ΠΚ. Επίσης, το άρθρο 10 της Διεθνούς Σύμβασης της Ρώμης, που κυρώθηκε και αποτελεί εσωτερικό δίκαιο (νδ/γμα 53/1974), καθιερώνει με την παρ. 1 αυτού, την ελευθερία της γνώμης και της μετάδοσης πληροφοριών ή ιδεών, όμως, με την παρ. 2 αυτού προβλέπει δυνατότητα περιορισμού της ελευθερίας του τύπου, ορίζοντας ότι η άσκηση του δικαιώματος της ελεύθερης έκφρασης συνεπάγεται καθήκοντα και ευθύνες και μπορεί να υπαχθεί σε περιορισμούς ή κυρώσεις που προβλέπονται από το νόμο και αποτελούν αναγκαία μέτρα σε δημοκρατική κοινωνία για την εθνική ασφάλεια, τη δημόσια τάξη, την προστασία της υπόληψης και των δικαιωμάτων τρίτων, για την παρεμπόδιση της κοινολόγησης εμπιστευτικών πληροφοριών ή για την εξασφάλιση του κύρους ή της αμεροληψίας της δικαστικής εξουσίας (ΑΠ 520/2018, ΑΠ 697/2017, ΑΠ 1565/2012).

Από το πλέγμα των προαναφερθεισών διατάξεων συνάγεται ότι, από τον ενυπάρχοντα στη δημοσιογραφική δραστηριότητα αυξημένο κίνδυνο προσβολής της προσωπικότητας λόγω της δημοσιότητας, που αποτελεί το πεδίο δράσης του τύπου, απορρέουν οι λεγόμενες συναλλακτικές υποχρεώσεις του τύπου, μεταξύ των οποίων η υποχρέωση σεβασμού της προσωπικότητας και το καθήκον αλήθειας, που επιβάλλει να προηγηθεί ο έλεγχος της αλήθειας των πληροφοριών και των ειδήσεων, ώστε το περιεχόμενο να συμπίπτει με την πραγματικότητα. Η μη τήρηση αυτών των συναλλακτικών υποχρεώσεων αποκλείει, στην περίπτωση της μετάδοσης αναληθούς είδησης, την ύπαρξη δικαιολογημένου ενδιαφέροντος του δημοσιογράφου προς ενημέρωση του κοινού, και γι’ αυτό δεν τίθεται θέμα άρσης του παράνομου της προσβολής, κατ’ άρθρο 367 ΠΚ (ΑΠ 574/2019, ΑΠ 632/2015). Ο δημοσιογράφος οφείλει να εξακριβώνει, πριν από τη δημοσίευση, την αλήθεια των όλων δυσφημιστικών γεγονότων, χωρίς να μπορεί να θεωρηθεί, σε αντίθετη περίπτωση, ότι η παράδοση σε δημόσια ανυποληψία του δυσφημούμενου προσώπου τελεί σε αναλογία με την κοινωνική αποστολή του τύπου για ενημέρωση του κοινού, ή ότι αποτελεί αυτή το επιβεβλημένο μέσο άσκησης του έργου της ενημέρωσης, εάν δε συντρέχει τέτοια περίπτωση, ο άδικος χαρακτήρας της πράξης του δημοσιογράφου δεν αίρεται (ΑΠ 158/2020, ΑΠ 574/2019, ΑΠ 1587/2017).

Περαιτέρω, κατά την παρ. 1 του άρθρου μόνου ν. 1178/1981, «περί αστικής ευθύνης του τύπου και άλλων τινών διατάξεων», όπως τροποποιήθηκε με το ν. 2243/1994 και στον οποίο παραπέμπει και το άρθρο 4 παρ. 10 του ν. 2328/1995 («Νομικό καθεστώς της ιδιωτικής τηλεόρασης και της τοπικής ραδιοφωνίας»), προκειμένου για προσβολές της προσωπικότητας κατά τη διάρκεια ραδιοφωνικών ή τηλεοπτικών εκπομπών, ο ιδιοκτήτης κάθε εντύπου υποχρεούται σε πλήρη αποζημίωση για την παράνομη περιουσιακή ζημία, καθώς και σε χρηματική ικανοποίηση για την ηθική βλάβη που προξενήθηκαν υπαίτια με δημοσίευμα, το οποίο θίγει την τιμή ή την υπόληψη κάθε ατόμου, έστω και αν η κατά τα άρθρα 914, 919 και 920 ΑΚ υπαιτιότητα, πρόθεση και γνώση ή υπαίτια άγνοια αντιστοίχως, συντρέχουν στο πρόσωπο του συντάκτου του δημοσιεύματος ή αν ο τελευταίος είναι άγνωστος στον εκδότη ή στο διευθυντή συντάξεως του εντύπου. Στην παρ. 2 του ιδίου άρθρου, όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο μόνο παρ. 4 ν. 2243/1994, η κατά το άρθρο 932 του ΑΚ χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης του αδικηθέντος από κάποια από τις προβλεπόμενες στην προηγουμένη παράγραφο πράξεις ορίζεται, εφόσον αυτές τελέστηκαν δια του τύπου, κατά την κρίση του δικαστή, όχι κατώτερη των αναφερόμενων κατά περίπτωση ποσών. Η ευθύνη δηλαδή του ιδιοκτήτη του εντύπου είναι σε όλες αυτές τις περιπτώσεις γνήσια αντικειμενική, η οποία έχει ως προϋπόθεση την ύπαρξη αντίστοιχης υποκειμενικής ευθύνης του συντάκτη ή αναλόγως του εκδότη ή του διευθυντή συντάξεως του εντύπου, με τους οποίους συνευθύνεται κατά το άρθρο 926 ΑΚ εις ολόκληρον. Ο συντάκτης (του επιλήψιμου δημοσιεύματος), ο εκδότης (αν δεν είναι και ιδιοκτήτης του εντύπου) ή ο διευθυντής σύνταξης ευθύνονται προς αποκατάσταση της περιουσιακής ζημίας ή της ηθικής βλάβης που έχει προκληθεί από το επιλήψιμο δημοσίευμα, κατά τις κοινές διατάξεις των άρθρων 57, 59, 914, 919, 920, 932 ΑΚ, σε συνδυασμό με τα άρθρα 361-363 ΠΚ (ΑΠ 387/2005).

Οι διατάξεις του ν. 1178/1981, όπως αυτός τροποποιημένος ισχύει, εφαρμόζονται αναλόγως και επί προσβολών της προσωπικότητας, οι οποίες συντελούνται στο διαδίκτυο (internet) μέσω ηλεκτρονικών ιστοσελίδων (περιοδικών), που λειτουργούν ως διεθνές μέσο διακίνησης πληροφοριών, ενόψει του ότι για τις προσβολές αυτές δεν υπάρχει ιδιαίτερο θεσμικό πλαίσιο η δε πληροφόρηση μέσω του διαδικτύου είναι η εξέλιξη της ηλεκτρονικής πληροφόρησης μέσω του ραδιοφώνου και της τηλεοράσεως και η αντιμετώπισή τους δεν μπορεί να γίνει παρά μόνο με την αναλογική εφαρμογή της ήδη υπάρχουσας νομοθεσίας για τις προβολές της προσωπικότητας μέσω του εντύπου (εφημερίδες, περιοδικά) ή του ηλεκτρονικού (τηλεόραση, ραδιόφωνο) τύπου, αφού και η ραγδαίως αναπτυσσομένη διαδικτυακή πληροφόρηση, που προσφέρεται από το internet σε πολυμεσική μορφή (multimedia), καθιστά την χρήση αυτού (internet) εκτός από «ομιλητή» και «αποδέκτη» και κάνει το διαδίκτυο να προσομοιάζει με μια νέας μορφής τηλεόραση. Η αναλογική εφαρμογή του υπάρχοντος νομοθετικού πλαισίου δεν είναι δυνατό να εμποδιστεί από το γεγονός ότι στο διαδίκτυο δεν υπάρχει η συνήθης ιεραρχική δομή οργάνωσης που απαντάται στα παραδοσιακά έντυπα, δηλαδή δεν υπάρχει ιδιοκτήτης, εκδότης, διευθυντής, συντάκτης, ούτε απαντώνται τα αντίστοιχα πρόσωπα που προβλέπει ο ν. 1178/1981 για τους ραδιοφωνικούς και τηλεοπτικούς σταθμούς, διότι για να προσδοθεί σε ένα υλικό μέσο ο χαρακτηρισμός του μέσου ενημέρωσης δεν είναι απαραίτητη η ύπαρξη όλων των ανωτέρω προσώπων. Στην περίπτωση των ιστοσελίδων υπάρχει ο κάτοχος-διαχειριστής, ο οποίος μπορεί να ταυτίζεται ή όχι με το συντάκτη ορισμένου δημοσιεύματος, δεδομένου ότι σε αυτές, ανακοινώσεις συντάσσουν και οι αναγνώστες τους. Ο διαχειριστής μιας ιστοσελίδας έχει την αρμοδιότητα και τη δυνατότητα ελέγχου των καταχωρήσεων που αναρτώνται σε αυτήν, με την έννοια ότι λαμβάνοντας ένα σχόλιο, κ.λ.π. από ένα χρήστη, μπορεί να μην επιτρέψει την ανάρτησή του στην ιστοσελίδα, ώστε αυτό να μην μπορεί να καταστεί προσιτό σε κάθε επισκέπτη της ιστοσελίδας αυτής. Ειδικότερα τα σχόλια, κείμενα, καταχωρήσεις κλπ., που εισέρχονται στην ιστοσελίδα από κάποιο συνδεδεμένο με αυτήν χρήστη, τίθενται σε γνώση του διαχειριστή της ιστοσελίδας, ο οποίος στη συνέχεια προβαίνει στην ανάρτηση του κειμένου με τρόπο ώστε το κείμενο να είναι πλέον προσβάσιμο στον καθένα. Αυτή η τεχνική δυνατότητα, παρέχει στο διαχειριστή την ευχέρεια προληπτικής επέμβασης πριν τη δημοσιοποίηση των σχολίων που κάνουν οι χρήστες και συμμετέχοντες στις ασύγχρονες συζητήσεις, ώστε να προλαμβάνονται και να “μπλοκάρονται” ανεπιθύμητες καταχωρήσεις. Μάλιστα, η καταχώρηση σε μία ιστοσελίδα παρουσιάζει την ιδιομορφία, ότι, ενώ η δημοσίευση σε συγκεκριμένο φύλλο εφημερίδας ή περιοδικού ή η αναφορά σε συγκεκριμένη ραδιοφωνική ή τηλεοπτική εκπομπή προσβλητικής είδησης κ.λ.π. γίνεται, άπαξ και δεν έχει διάρκεια, αντίθετα η αντίστοιχη καταχώρηση σε μια ιστοσελίδα, μπορεί να παραμείνει εκεί για απροσδιόριστο χρόνο, έχοντας διάρκεια, το μέγεθος της οποίας θα πρέπει να λαμβάνεται υπόψη για την επιδίκαση του ποσού προς αποκατάσταση της προκληθείσης ηθικής βλάβης (ΑΠ 1017/2020, ΑΠ 1425/2017, ΑΠ 575/2015, 1652/2013, ΑΠ 1701/2013). [1]

Άννα Ρεγκούτα, Δικηγόρος

e-mail: [email protected]

[1] Απόσπασμα από την υπ’ αριθμ. 1017/2022 απόφαση του Αρείου Πάγου.

Πηγή άρθρου