Δευτέρα - Παρασκευή | 10:00 - 21:00 | ΑΓΗΣΙΛΑΟΣ Κ. ΣΙΝΤΟΡΗΣ ΜΑΡΙΑ Β. ΤΟΓΕΛΟΥ & ΣΥΝΕΡΓΑΤΕΣ
Γρηγορίου Λαμπράκη 29, Ηγουμενίτσα

νομιμοποίηση των εταιρειών διαχειρίσεως απαιτήσεων

Με τον Ν. 4354/2015 εισήχθησαν στην ελληνική έννομη τάξη δύο διακριτά εταιρικά σχήματα οι «εταιρείες αποκτήσεως» (ΕΑΑΔΠ) και οι «εταιρείες διαχειρίσεως» απαιτήσεων εκ δανείων και πιστώσεων (ΕΔΑΔΠ), οι οποίες δραστηριοποιούνται υπό την εποπτεία της Τραπέζης της Ελλάδος, ενώ προβλέπονται δύο νέα συμβατικά μορφώματα, η σύμβαση πώλησης απαιτήσεων από δάνεια και πιστώσεις και η σύμβαση διαχείρισης απαιτήσεων από δάνεια και πιστώσεις. Ειδικότερα, στη σύμβαση διαχείρισης δύνανται να συμβάλλονται αφενός πιστωτικά ιδρύματα ή ΕΑΑΔΠ και αφετέρου ΕΔΑΔΠ, ήτοι ανώνυμες εταιρίες ειδικού και αποκλειστικού σκοπού που αποτελούν χρηματοδοτικά ιδρύματα και οφείλουν να λαμβάνουν ειδική άδεια λειτουργίας από την ΤτΕ (παρ. Ια). Το άρθρο 2 §§ 1-3 Ν.43 54/2015 προβλέπει ότι στις Εταιρίες Διαχείρισης Απαιτήσεων από Δάνεια και Πιστώσεις (Ε.Δ.Α.Δ.Π.) δύναται να ανατίθεται η διαχείριση απαιτήσεων από συμβάσεις δανείων ή και πιστώσεων που έχουν χορηγηθεί ή χορηγούνται από πιστωτικά ή χρηματοδοτικά ιδρύματα, πλην του Ταμείου Παρακαταθηκών και Δανείων (2 § 1 Ν. 4354/2015 και 2 § 5 στ. δ’ Ν. 4261/2014 σε συνδυασμό). Η παραπάνω ρύθμιση εισάγει διττό περιορισμό ως προς το υποκειμενικό πεδίο εφαρμογής της. Αφενός εξουσιοδοτών μπορεί να είναι μόνον πιστωτικό ίδρυμα ή ΕΑΑΔΠ, ενώ διαχειριστής μπορεί να είναι μόνον αδειοδοτημένη ΕΔΑΔΠ (1 § 1 στ. α’ Ν. 4354/2015). Η έκταση και το περιεχόμενο της νομιμοποιητικής εξουσίας των διαχειριστικών εταιρειών εξαρτάται πάντως και αποτελεί αντικείμενο της σχετικής διαχειριστικής συμβάσεως (σύμβαση ανάθεσης δανειακού χαρτοφυλακίου) υπόκειται σε συστατικό έγγραφο τύπο (2 § 2 εδ. α’ Ν. 4354/2015) και περιλαμβάνει κατ’ ελάχιστο περιεχόμενο τα ακόλουθα: (α) τις προς διαχείριση απαιτήσεις και το τυχόν στάδιο μη εξυπηρέτησης κάθε απαίτησης (β) τις πράξεις της διαχείρισης, οι οποίες μπορεί να συνίστανται ιδίως στη νομική και λογιστική παρακολούθηση, την είσπραξη, τη διενέργεια διαπραγματεύσεων με τους οφειλέτες των προς διαχείριση απαιτήσεων και τη σύναψη συμβάσεων συμβιβασμού κατά την έννοια των άρθρων 871 – 872 ΑΚ ή ρύθμισης και διακανονισμού οφειλών σύμφωνα με τον Κώδικα Δεοντολογίας, όπως έχει θεσπισθεί με την υπ’ αριθμ. 116/25.8.2014 απόφαση της Επιτροπής Πιστωτικών και Ασφαλιστικών Θεμάτων της Τράπεζας της Ελλάδος κατ’ εφαρμογή της παρ. 2 του άρθρου 1 του ν. 4224/2013- (γ) την καταβλητέα αμοιβή διαχείρισης, η οποία σε κάθε περίπτωση δεν μπορεί να μετακυλίεται στον υπόχρεο καταβολής της απαίτησης. Εφόσον συμφωνηθεί ως περιεχόμενο της διαχείρισης η νομική διαχείριση και η είσπραξη των απαιτήσεων, περιλαμβάνει όλες εκείνες τις πράξεις που κατατείνουν στην ικανοποίηση των απαιτήσεων με την ευρεία έννοια της δικαστικής επιδιώξεως αυτών, ήτοι διά της διαγνωστικής δίκης, της διαδικασίας της αναγκαστικής εκτελέσεως και των ασφαλιστικών μέτρων (βλ Π. Κολοτούρο, Δικονομική αρμοδιότης των εταιρειών διαχειρίσεως απαιτήσεων εκ δανείων και πιστώσεων, ΧρΙΔ 2019, σελ 469, Λ. Κιτσαρα, ο.π). Οι ΕΔΑΔΠ, στις οποίες ανατίθενται η διαχείριση των αποκτηθέντων δανειακών και πιστωτικών απαιτήσεων υπό των πιστωτικών και χρηματοδοτικών ιδρυμάτων (άρθρ. 2 παρ. 1), δεν αποκτούν αυτές κατά κυριότητα και συνεπώς δεν καθίστανται ειδικοί κατά το ουσιαστικό δίκαιο διάδοχοι των εν λόγω ιδρυμάτων και συνεπώς νομιμοποιούνται όχι ως δικαιούχοι αλλά ως μη δικαιούχοι διάδικοι στις διεξαχθείσες περί των διαχειριζομένων απαιτήσεων δίκες (άρθρ. 2 παρ.4) (Κολοτούρος Π., ο.π. σελ 464 επ.). Η νομιμοποιητική εξουσία των διαχειριστικών εταιρειών αποτελεί συνεπώς αντικείμενο συμφωνίας, ρητά διατυπωμένο ή σιωπηρώς συναγόμενο όρο της σχετικής διαχειριστικής συμβάσεως. Πρόκειται ως εκ τούτου περί συμβατικής θεμελιώσεως της νομιμοποιήσεως των διαχειριστικών εταιρειών, προβλεπομένης και επιτρεπομένης όμως ρητά στον νόμο, αφού στο ελάχιστο περιεχόμενο της διαχειριστικής συμβάσεως ανήκει σύμφωνα με το άρθρο 2 παρ. 2β’ και η «είσπραξη» των διαχειριζομένων απαιτήσεων (βλ. Κιτσαρά, Η περαιτέρω μεταβίβαση απαιτήσεως από δάνεια και πιστώσεις μετά την αρχική απόκτησή της από «εταιρεία αποκτήσεως» του ν. 4354/2015, σε ΧρΙΔ 2019, σελ. 305, όπως και Α. Πλεύρη, Μη δικαιούχοι και μη υπόχρεοι διάδικοι στην πολιτική δίκη, σελ. 35-36, 59-60). Η «εξουσιοδότηση προς είσπραξη» των υπό διαχείριση απαιτήσεων κατά τη ρητή επιταγή του άρθρου 2 παρ. 4 εδ. α’, περικλείει, πέραν των απαιτουμένων εξωδίκων ενεργειών, και «… κάθε άλλη δικαστική ενέργεια για την είσπραξη των υπό διαχείριση απαιτήσεων…» (ΕφΛαρ 8/2021 ΤΝΠ ΔΣΑ, σχετ. ΕφΛαρ 37/2021 ΤΝΠ ΔΣΑ).

 Ακολούθως, η νομιμοποίηση των μη δικαιούχων ή μη υποχρέων διαδίκων δύναται να προκύπτει αμέσως εκ του νόμου, και δη εκ διατάξεων είτε του ουσιαστικού (ΑΚ 495, 1116) είτε του δικονομικού δικαίου (ΚΠολΔ 72, 225). Το όριο της ελευθερίας των συμβαλλομένων μερών στη διάπλαση της νομιμοποίησης της ΕΔΑΔΠ διαγράφεται από το νόμο ευρύ (με εξαίρεση την περίπτωση του άρθρου 1 § 1 στ. β’-γ’ Ν.4354/2015), η νομιμοποίηση μπορεί να διαμορφωθεί ως παράλληλη ή και αποκλειστική ή ακόμη και να περιορισθεί σε συγκεκριμένο κύκλο υποθέσεων. Ανεξάρτητα από το γεγονός ότι τα συμβαλλόμενα μέρη στην σύμβαση διαχείρισης έχουν την εξουσία να διαρθρώσουν τη νομιμοποίηση της ΕΔΑΔΠ ως αποκλειστική, ακόμη και όταν ο εντολέας είναι πιστωτικό ίδρυμα, κανόνας παραμένει η παράλληλη νομιμοποίηση του πιστωτικού ιδρύματος, κατά συνεπή εφαρμογή της αρχής ότι εν αμφιβολία η νομιμοποίηση του μη δικαιούχου διαδίκου είναι συντρέχουσα και παράλληλη με εκείνη του αληθούς δικαιούχου (βλ. Γιαννόπουλος Π. Η εταιρεία διαχείρισης από δάνεια και πιστώσεις ως μη δικαιούχος διάδικος στη διαγνωστική δίκη και στο στάδιο της αναγκαστικής εκτέλεσης. Κριτική επισκόπηση των ρυθμίσεων του Ν.4354/2015 και de lege ferenda προτάσεις, Αρμ 2019, σελ.233επ.) (ΕφΛαρ 8/2021 ΤΝΠ ΔΣΑ). Εν κατακλείδι, καθόσον σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 1 περ. γ του ν. 4354/2015 “Διαχείριση των μη εξυπηρετούμενων δανείων….”, “Τα δικαιώματα που απορρέουν από τις μεταβιβαζόμενες λόγω πώλησης απαιτήσεις δύνανται να ασκούνται μόνο μέσω των εταιριών διαχείρισης της παρούσας παραγράφου. Οι μεταβιβαζόμενες απαιτήσεις από δάνεια και πιστώσεις λογίζονται ως τραπεζικές και μετά τη μεταβίβασή τους οι εταιρίες διαχείρισης απαιτήσεων ευθύνονται για όλες τις υποχρεώσεις απέναντι στο Δημόσιο και σε τρίτους, οι οποίες βαρύνουν τις εταιρίες απόκτησης απαιτήσεων και απορρέουν από τις μεταβιβαζόμενες απαιτήσεις” σε συνδυασμό με τη διάταξη της παραγράφου 4 του άρθρου 2 του ιδίου νόμου, κατά την οποία: “Οι Εταιρίες Διαχείρισης νομιμοποιούνται, ως μη δικαιούχοι διάδικοι, να ασκήσουν κάθε ένδικο βοήθημα και να προβαίνουν σε κάθε άλλη δικαστική ενέργεια για την είσπραξη των υπό διαχείριση απαιτήσεων, καθώς και να κινούν, παρίστανται ή συμμετέχουν σε προπτωχευτικές διαδικασίες εξυγίανσης, πτωχευτικές διαδικασίες αφερεγγυότητας, διαδικασίες διευθέτησης οφειλών και ειδικής διαχείρισης των άρθρων 61 επ. του ν. 4307/2014 (Α` 246). Εφόσον οι Εταιρίες συμμετέχουν σε οποιαδήποτε δίκη με την ιδιότητα του μη δικαιούχου διαδίκου το δεδικασμένο της απόφασης καταλαμβάνει και τον δικαιούχο της απαίτησης”, η νομιμοποίηση των εν λόγω εταιριών διαχειρίσεως του άρθρου 1 περ. γ του ν. 4354/2015 διασκευάζεται ως αποκλειστική (ΕφΛαρ 139/2021, 37/2021 ΤΝΠ ΔΣΑ).

Λαμπρινή Σταμέλου, δικηγόρος

[email protected]

Πηγή άρθρου