Σε συνέχεια προηγούμενων σχετικών εγκυκλίων σχετικά με τη χορήγηση αδειών και διευκολύνσεων στους υπαλλήλους του Δημοσίου και κατόπιν ερωτημάτων που τίθενται, το Υπουργείο Εσωτερικών παρέχει διευκρινίσεις επί διατάξεων για τη χορήγηση αδειών και λοιπά θέματα.
Αναλυτικά αναφέρεται:
Α. ΑΔΕΙΕΣ ΚΑΙ ΔΙΕΥΚΟΛΥΝΣΕΙΣ Ν.4808/2021 (άρθρα 29-31)
Υπενθυμίζεται ότι σύμφωνα με το πεδίο εφαρμογής του εν λόγω Κεφαλαίου του ν.4808/2021 (άρθρο 25), με το οποίο ενσωματώθηκε στο εθνικό δίκαιο η Οδηγία (EE) 2019/1158, «Το παρόν Κεφάλαιο εφαρμόζεται σε όλους τους εργαζόμενους γονείς, φυσικούς, θετούς, ανάδοχους, καθώς και στις τεκμαιρόμενες μητέρες του άρθρου 1464 του Αστικού Κώδικα που αποκτούν τέκνο με τη διαδικασία της παρένθετης μητρότητας, όπως επίσης και στους φροντιστές, σύμφωνα με τους ορισμούς του άρθρου 26, οι οποίοι απασχολούνται στον ιδιωτικό τομέα, τον δημόσιο τομέα, τα ν.π.δ.δ., τους Ο.Τ.Α. και τον ευρύτερο δημόσιο τομέα, όπως ορίζεται στο άρθρο 14 του ν. 4270/2014 (Α’ 143), με οποιαδήποτε σχέση εργασίας ή μορφή απασχόλησης, συμπεριλαμβανομένων των συμβάσεων μερικής απασχόλησης και ορισμένου χρόνου, των συμβάσεων ή σχέσεων προσωρινής απασχόλησης του άρθρου 115 του ν. 4052/2012 (Α’ 41) και της έμμισθης εντολής, ανεξάρτητα από τη φύση των παρεχόμενων υπηρεσιών. Εφαρμόζεται επίσης στους εργαζομένους που έχουν προσληφθεί ή προσλαμβάνονται από την Πολεμική Αεροπορία και απασχολούνται στην Αμερικανική Ναυτική Ευκολία Σούδας».
Επίσης, σύμφωνα με την παρ. 3 του άρθρου 46 του ν.4808/2021, «3. Το παρόν Μέρος καθορίζει τα ελάχιστα όρια προστασίας των εργαζομένων και δεν θίγει ευνοϊκότερες ρυθμίσεις για τους εργαζομένους που ισχύουν από τη νομοθεσία ή από συλλογικές συμβάσεις εργασίας, διαιτητικές αποφάσεις, κανονισμούς εργασίας και ατομικές συμβάσεις εργασίας ή συμφωνίες εργοδοτών και εργαζομένων και, που σε κάθε περίπτωση, δύνανται να θεσπίζουν ή να διατηρούν ευνοϊκότερες διατάξεις για τους εργαζομένους από εκείνες που προβλέπονται στο παρόν Μέρος.»
Κατόπιν των ανωτέρω και σε συνέχεια της αριθ. ΔΙΔΑΔ/Φ.69/185/οικ. 19379/8-10-2021 εγκυκλίου (ΑΔΑ: ΩΥΣΑ46ΜΤΛ6-ΒΤΡ) σας γνωρίζουμε τα εξής:
Α.1. ΑΔΕΙΑ ΦΡΟΝΤΙΣΤΗ (άρθρο 29 ν.4808/2021)
Σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 29 του ν.4808/2021, «Κάθε εργαζόμενος που έχει συμπληρώσει έξι (6) μήνες συνεχόμενης ή με διαδοχικές συμβάσεις εργασίας ορισμένου χρόνου δικαιούται άδεια φροντιστή, όπως αυτός ορίζεται στο άρθρο 26, για τη φροντίδα προσώπου, διάρκειας έως πέντε (5) εργάσιμων ημερών για κάθε ημερολογιακό έτος, εφόσον το πρόσωπο αυτό έχει ανάγκη σημαντικής φροντίδας ή υποστήριξης για σοβαρό ιατρικό λόγο, η οποία βεβαιώνεται με ιατρική γνωμάτευση». Σύμφωνα δε με τις περ. δ’ και στ’ του άρθρου 26 του ίδιου νόμου, στο οποίο περιλαμβάνονται οι ορισμοί του εν λόγω Κεφαλαίου του νόμου, «δ) «Συγγενής»: ο/η σύζυγος, ο/η σύντροφος με σύμφωνο συμβίωσης, τα τέκνα φυσικά ή θετά, οι γονείς, τα αδέλφια και οι συγγενείς εξ αγχιστείας στην ίδια γραμμή και στον ίδιο βαθμό…. στ) «Φροντιστής»: εργαζόμενος που παρέχει προσωπική φροντίδα ή υποστήριξη σε συγγενή ή πρόσωπο, που κατοικεί στο ίδιο νοικοκυριό με τον εργαζόμενο και που έχει ανάγκη σημαντικής φροντίδας ή υποστήριξης για σοβαρό ιατρικό λόγο».
Επίσης, σύμφωνα με την αριθ. 47972/7-7-2021 εγκύκλιο του Υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων (ΑΔΑ: 6ΟΝΤ46ΜΤΛΚ-ΗΣΗ), «Κάθε εργαζόμενος που έχει συμπληρώσει έξι (6) μήνες συνεχόμενης ή με διαδοχικές συμβάσεις εργασίας ορισμένου χρόνου δικαιούται άδεια φροντιστή, όπως αυτός ορίζεται στο άρθρο 26, για τη φροντίδα προσώπου, διάρκειας έως πέντε (5) εργάσιμων ημερών για κάθε ημερολογιακό έτος, εφόσον το πρόσωπο αυτό έχει ανάγκη σημαντικής φροντίδας ή υποστήριξης για σοβαρό ιατρικό λόγο, η οποία βεβαιώνεται με ιατρική γνωμάτευση, για την οποία δεν προβλέπεται καταβολή αποδοχών…».
Κατόπιν των ανωτέρω και λαμβάνοντας υπόψη το γεγονός ότι για τους μόνιμους υπαλλήλους και τους υπαλλήλους με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου που υπηρετούν σε φορείς που υπάγονται στο πεδίο εφαρμογής του Υπαλληλικού Κώδικα (ν.35528/2007) προβλέπεται στην παρ. 1 του άρθρου 51 δυνατότητα χορήγησης στους υπαλλήλους, μετά από αίτηση τους, άδειας χωρίς αποδοχές, εφόσον οι ανάγκες της υπηρεσίας το επιτρέπουν, η οποία δεν μπορεί να υπερβεί τον ένα (1) μήνα εντός του ίδιου ημερολογιακού έτους, προκύπτει ότι για το προσωπικό αυτό βρίσκεται ήδη σε ισχύ ευνοϊκότερη διάταξη, της οποίας μπορεί να γίνει χρήση και από τους φροντιστές, όπως αυτοί ορίζονται ανωτέρω. Δεδομένου δε ότι για τους υπαλλήλους με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου ορισμένου χρόνου δεν περιλαμβάνεται στις διατάξεις του ΠΔ 410/1988 σχετική ευνοϊκότερη ρύθμιση είναι δυνατή η χορήγηση της εν λόγω άδειας στο προσωπικό αυτό εφόσον πληρούνται οι προϋποθέσεις χορήγησής της, ήτοι:
• ο υπάλληλος έχει την ιδιότητα του φροντιστή, όπως ορίζεται στο νόμο, δηλαδή παρέχει προσωπική φροντίδα ή υποστήριξη σε συγγενή ή πρόσωπο, που κατοικεί στο ίδιο νοικοκυριό και έχει ανάγκη σημαντικής φροντίδας ή υποστήριξης για σοβαρό ιατρικό λόγο
• έχει συμπληρώσει έξι (6) μήνες συνεχόμενης απασχόλησης ή με διαδοχικές συμβάσεις εργασίας ορισμένου χρόνου
• αποδεικνύεται αρμοδίως ότι το πρόσωπο αυτό κατοικεί στο ίδιο νοικοκυριό με τον υπάλληλο • το πρόσωπο αυτό έχει ανάγκη σημαντικής φροντίδας ή υποστήριξης για σοβαρό ιατρικό λόγο, η οποία βεβαιώνεται με ιατρική γνωμάτευση.
Επισημαίνεται ότι η συνεχόμενη ή με διαδοχικές συμβάσεις ορισμένου χρόνου απασχόληση θα πρέπει να αφορά τον ίδιο εργοδότη, ως ίδιος δε εργοδότης νοείται η ίδια δημόσια Υπηρεσία, ΝΠΔΔ, ΟΤΑ και ΝΠΙΔ, με τα οποία έχει συναφθεί η σύμβαση εργασίας, η οποία είναι ενεργή (σχετική αναφορά και στην αριθ. ΔΙΔΑΔ/Φ.69/185/οικ. 19379/8-10-2021 εγκύκλιο, ΑΔΑ: ΩΥΣΑ46ΜΤΛ6-ΒΤΡ).
Α.2. ΑΔΕΙΑ ΓΙΑ ΛΟΓΟΥΣ ΑΝΩΤΕΡΑΣ ΒΙΑΣ (άρθρο 30 ν.4808/2021)
Σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 30 του ν. 4808/2021, «Έως δύο (2) φορές ετησίως και έως μία (1) εργάσιμη ημέρα κάθε φορά, ο εργαζόμενος γονέας ή φροντιστής δικαιούται να απουσιάσει από την εργασία του, με αποδοχές, για λόγους ανωτέρας βίας που συνδέονται με επείγοντα οικογενειακά ζητήματα σε περίπτωση ασθένειας ή ατυχήματος, που καθιστά απαραίτητη την άμεση παρουσία του εργαζομένου. Η ασθένεια ή το ατύχημα του παιδιού ή του προσώπου, που ορίζεται στο άρθρο 26 βεβαιώνεται με ιατρική γνωμάτευση νοσοκομείου ή θεράποντος ιατρού».
Υπενθυμίζεται ότι τόσο για το μόνιμο προσωπικό και το προσωπικό με σχέση εργασίας ΙΔΑΧ, που υπηρετεί σε φορείς που υπάγονται στο πεδίο εφαρμογής του Υπαλληλικού Κώδικα, όσο και για το προσωπικό με σχέση εργασίας ΙΔΟΧ που υπάγεται στο ΠΔ 410/1988 (άρθρα 21 και 23 του ΠΔ 410/1988, με τα οποία γίνεται παραπομπή στις διατάξεις του Υπαλληλικού Κώδικα), προβλέπεται η χορήγηση αδειών στους γονείς και στους δικαστικούς συμπαραστάτες στις περιπτώσεις συγκεκριμένων παθήσεων ή ποσοστού αναπηρίας των τέκνων τους ή των συμπαραστατούμενων προσώπων (άρθρο 50 παρ. 2-4 του Υπαλληλικού Κώδικα), υπό τις προϋποθέσεις των εν λόγω διατάξεων, αλλά και εν γένει στους γονείς λόγω οποιασδήποτε ασθένειας των τέκνων τους (άρθρο 53 παρ. 8 του Υπαλληλικού Κώδικα), η διάρκεια των οποίων υπερβαίνει τις δύο (2) ημέρες. Ως εκ τούτου για τους γονείς υπαλλήλους αλλά και τους δικαστικούς συμπαραστάτες βρίσκονται ήδη σε ισχύ ευνοϊκότερες ρυθμίσεις από αυτή που περιλαμβάνεται στο άρθρο 30 του ν.4808/2021 και δεν είναι δυνατή η χορήγηση της άδειας αυτής.
Ωστόσο, για τους υπαλλήλους που έχουν την ιδιότητα του φροντιστή, όπως προσδιορίζεται ανωτέρω, ανεξαρτήτως σχέσης εργασίας, και οι οποίοι δεν έχουν την ιδιότητα του δικαστικού συμπαραστάτη, είναι δυνατή η χορήγηση της άδειας του άρθρου 30 του ν.4808/2021, αλλά όχι για δύο συνεχόμενες εργάσιμες ημέρες, εφόσον:
• ο υπάλληλος έχει την ιδιότητα του φροντιστή, όπως ορίζεται στο νόμο, δηλαδή παρέχει προσωπική φροντίδα ή υποστήριξη σε συγγενή ή πρόσωπο, που κατοικεί στο ίδιο νοικοκυριό και έχει ανάγκη σημαντικής φροντίδας ή υποστήριξης για σοβαρό ιατρικό λόγο
• αποδεικνύεται αρμοδίως ότι το πρόσωπο αυτό κατοικεί στο ίδιο νοικοκυριό με τον υπάλληλο
• συντρέχουν λόγοι ανωτέρας βίας που συνδέονται με επείγοντα οικογενειακά ζητήματα σε περίπτωση ασθένειας ή ατυχήματος, που καθιστά απαραίτητη την άμεση παρουσία του υπαλλήλου
• η ασθένεια ή το ατύχημα του προσώπου βεβαιώνεται με ιατρική γνωμάτευση νοσοκομείου ή θεράποντος ιατρού.
Α.3. ΕΥΕΛΙΚΤΕΣ ΡΥΘΜΙΣΕΙΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ (άρθρο 31 του ν.4808/2021)
Σύμφωνα με το άρθρο 31 του ν. 4808/2021,
«1. Κάθε εργαζόμενος γονέας παιδιών ηλικίας έως δώδεκα (12) ετών ή φροντιστής δικαιούται να ζητά ευέλικτες ρυθμίσεις εργασίας για λόγους φροντίδας, όπως ιδίως, τηλεργασία, ευέλικτο ωράριο εργασίας ή μερική απασχόληση.
2. Για το δικαίωμα χορήγησης ευέλικτης ρύθμισης εργασίας, ο εργαζόμενος γονέας πρέπει να έχει συμπληρώσει έξι (6) μήνες συνεχόμενης ή με διαδοχικές συμβάσεις εργασίας ορισμένου χρόνου στον ίδιο εργοδότη, εκτός αν ορίζεται ευνοϊκότερα από ειδική διάταξη νόμων, διαταγμάτων, κανονισμών, συλλογικών συμβάσεων εργασίας, διαιτητικών αποφάσεων ή συμφωνιών εργοδοτών και εργαζομένων.
3. Ο εργοδότης εξετάζει και διεκπεραιώνει εντός ενός (1) ημερολογιακού μήνα κάθε αίτηση για ευέλικτες ρυθμίσεις εργασίας, λαμβάνοντας υπόψη τις ανάγκες της επιχείρησης και του εργαζομένου. Ο εργοδότης τεκμηριώνει κάθε απόρριψη σχετικής αίτησης ή κάθε αναβολή χορήγησης ευέλικτων ρυθμίσεων εργασίας. Όταν οι ευέλικτες ρυθμίσεις εργασίας της παρ. 1 έχουν περιορισμένη διάρκεια, ο εργαζόμενος επιστρέφει στην αρχική μορφή απασχόλησης, όταν λήξει η συμφωνηθείσα περίοδος. Ο εργαζόμενος έχει το δικαίωμα να επιστρέψει στην αρχική μορφή απασχόλησης πριν από τη λήξη της συμφωνημένης περιόδου, κατόπιν αίτησής του και εφόσον αυτό δικαιολογείται από συγκεκριμένη μεταβολή των περιστάσεων. Ο εργοδότης εξετάζει και διεκπεραιώνει κάθε τέτοια αίτηση πρόωρης επιστροφής σύμφωνα με τα οριζόμενα στο πρώτο και δεύτερο εδάφιο».
Η ως άνω διάταξη για ευέλικτες ρυθμίσεις εργασίας αφορά:
Α) υπαλλήλους, ανεξαρτήτως σχέσης εργασίας, οι οποίοι είναι γονείς παιδιών ηλικίας έως δώδεκα (12) ετών ή
Β) φροντιστές, όπως ορίζονται στο άρθρο 26 του ν.4808/2021
και για τη χορήγησή τους προϋποθέτουν:
• έξι (6) μήνες συνεχόμενης ή με διαδοχικές συμβάσεις εργασίας ορισμένου χρόνου στον ίδιο εργοδότη, εκτός αν ορίζεται ευνοϊκότερα από ειδική διάταξη νόμων, διαταγμάτων, κανονισμών, συλλογικών συμβάσεων εργασίας, διαιτητικών αποφάσεων ή συμφωνιών εργοδοτών και εργαζομένων
• υποβολή αιτήματος, το οποίο ο εργοδότης εξετάζει και διεκπεραιώνει εντός ενός (1) ημερολογιακού μήνα, λαμβάνοντας υπόψη τις ανάγκες της επιχείρησης και του εργαζομένου. Ο εργοδότης τεκμηριώνει κάθε απόρριψη σχετικής αίτησης ή κάθε αναβολή χορήγησης ευέλικτων ρυθμίσεων εργασίας.
Για τη διαπίστωση συνδρομής της προϋπόθεσης της ηλικίας του τέκνου (12 έτη), η ηλικία των τέκνων υπολογίζεται με βάση την ημερομηνία γέννησής τους, χωρίς να είναι δυνατή άλλη ερμηνευτική προσέγγιση ελλείψει ειδικής προς τούτο ρύθμισης.
Κατόπιν των ανωτέρω, ειδικά για την εφαρμογή των εν λόγω διατάξεων στις Υπηρεσίες του Δημοσίου επισημαίνονται τα εξής:
Α.3.1. ΤΗΛΕΡΓΑΣΙΑ ΩΣ ΕΥΕΛΙΚΤΗ ΡΥΘΜΙΣΗ ΕΡΓΑΣΙΑΣ
Με τις διατάξεις του ν.4807/2021 καθορίστηκε το κανονιστικό πλαίσιο για την εφαρμογή της τηλεργασίας στις υπηρεσίες του Δημοσίου, με το οποίο προβλέφθηκαν, μεταξύ άλλων, συγκεκριμένες διαδικασίες, χρονικοί και ποσοτικοί περιορισμοί, προκειμένου να διασφαλίζεται παράλληλα και η εύρυθμη λειτουργία των δημοσίων υπηρεσιών, αλλά και ρυθμίσεις που αφορούν τα θέματα προστασίας προσωπικών δεδομένων.
Για την εφαρμογή των εν λόγω διατάξεων εκδόθηκε η αριθ. ΔΙΔΑΔ/Φ.69/222/οικ. 1425/30-1-2023 εγκύκλιος (ΑΔΑ: ΩΧ3Θ46ΜΤΛ6-ΘΣΟ), στην οποία αναφέρεται ότι «…Επισημαίνεται ότι κατά την εξέταση των αιτημάτων για παροχή τηλεργασίας και λαμβάνοντας υπόψη ότι θα πρέπει να τηρηθεί σε κάθε περίπτωση ο ποσοτικός περιορισμός του άρθρου 9 του νόμου, θα πρέπει κατ’ εφαρμογή της διάταξης του άρθρου 31 του ν.4808/2021 να εξετάζονται κατά προτεραιότητα τα αιτήματα γονέων παιδιών ηλικίας έως δώδεκα (12) ετών ή φροντιστών, κατά την έννοια του άρθρου 26 του ν.4808/2021, εφόσον η παράμετρος αυτή προβάλλεται από τον αιτούντα και τελεί σε αιτιώδη συνάφεια με την ανάγκη τηλεργασίας του αιτούντος, χωρίς ωστόσο αυτό να δεσμεύει το αρμόδιο προς απόφαση όργανο. Και στην περίπτωση αυτή εφαρμόζονται, ως ευνοϊκότερα, τα γενικώς οριζόμενα στον ν. 4807/2021 για τη διαδικασία και τις προϋποθέσεις παροχής τηλεργασίας και όχι οι λοιπές ρυθμίσεις του άρθρου 31 του ν.4808/2021. Υπάλληλοι που αιτούνται τηλεργασία κατ’ εφαρμογή της διάταξης του άρθρου 31 του ν.4808/2021 θα πρέπει στην αίτησή τους να επικαλούνται την εν λόγω διάταξη και να στοιχειοθετούν αιτιολογημένα το αίτημά τους και να προσκομίζουν τυχόν έγγραφα που απαιτούνται για να αποδειχθεί ότι πληρούνται οι προϋποθέσεις της εν λόγω διάταξης, για παράδειγμα ότι έχουν την ιδιότητα του φροντιστή, όπως αυτή ορίζεται στο άρθρο 26 του ν.4808/2021».
Α.3.2. ΕΥΕΛΙΚΤΟ ΩΡΑΡΙΟ ΩΣ ΕΥΕΛΙΚΤΗ ΡΥΘΜΙΣΗ ΕΡΓΑΣΙΑΣ
Το ωράριο λειτουργίας των δημοσίων υπηρεσιών και τα ωράρια απασχόλησης των υπαλλήλων του Δημοσίου έχουν καθοριστεί με την αριθ. ΔΙΑΔΠ/Γ2γ/οικ./1692/27.6.2006 (B΄ 769) απόφαση του Υπουργού Εσωτερικών, όπως η απόφαση αυτή έχει τροποποιηθεί και ισχύει, με την επιφύλαξη τυχόν ειδικών διατάξεων που προβλέπουν παρέκκλιση από τις ανωτέρω διατάξεις για συγκεκριμένες υπηρεσίες λόγω της ιδιαιτερότητας των αρμοδιοτήτων και του τρόπου λειτουργίας τους.
Σύμφωνα με την ως άνω απόφαση «1. Κατ` εφαρμογή του άρθρου 41 του ν. 3979/2011 (Α`138) αυξάνονται σε σαράντα (40) από τριάντα επτά και μισή (37 και 1/2) οι εβδομαδιαίες ώρες εργασίας των μονίμων υπαλλήλων και του προσωπικού με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου του Δημοσίου, των Ο.Τ.Α. α` και β` βαθμού και λοιπών Ν.Π.Δ.Δ. και όσων κατηγοριών προσωπικού υπηρεσιών και φορέων του Δημοσίου και του ευρύτερου δημόσιου τομέα ακολουθούν το ωράριο αυτών και η ώρα προσέλευσης και αποχώρησης, κατ` επιλογή των υπαλλήλων, ορίζεται ως εξής:
α) Ώρα προσέλευσης: 07.00 Ώρα αποχώρησης: 15.00
β) Ώρα προσέλευσης: 07.30 Ώρα αποχώρησης: 15.30
γ) Ώρα προσέλευσης: 08.00 Ώρα αποχώρησης: 16.00
δ) Ώρα προσέλευσης: 08.30 Ώρα αποχώρησης: 16.30
ε) Ώρα προσέλευσης: 09.00 Ώρα αποχώρησης: 17.00.
Η επιλογή του ωραρίου εργασίας γίνεται με δήλωση των υπαλλήλων στη Διεύθυνση Διοικητικού της οικείας υπηρεσίας, η οποία υποβάλλεται το δεύτερο δεκαπενθήμερο του μηνός Ιουνίου κάθε έτους. Η δήλωση αυτή είναι δεσμευτική και ανέκκλητη και ισχύει μέχρι 30 Ιουνίου του επόμενου έτους…».
Κατόπιν των ανωτέρω, εφόσον υποβληθεί από υπάλληλο αίτημα για ευέλικτο ωράριο εργασίας κατ’ εφαρμογή της διάταξης του άρθρου 31 του ν.4808/2021, στο οποίο θα προσδιορίζεται σαφώς το αίτημα και το χρονικό διάστημα, στο οποίο αφορά, η αρμόδια Υπηρεσία Προσωπικού κατόπιν έγκρισης του άμεσου προϊστάμενου του υπαλλήλου και αφού λάβει υπόψη:
α) το ωράριο λειτουργίας της Υπηρεσίας,
β) τη φύση των καθηκόντων των υπαλλήλων και
γ) τη στελέχωση της Υπηρεσίας,
δύναται να εγκρίνει το αίτημα για χορήγηση ευέλικτου ωραρίου απασχόλησης στους υπαλλήλους, με επιλογή ενός από τα ανωτέρω αναφερόμενα ωράρια απασχόλησης, ακόμη και διαφορετικού ωραρίου απασχόλησης για κάθε ημέρα της εβδομάδας, με βάση το αίτημα του υπαλλήλου, και χωρίς να τυγχάνουν εφαρμογής οι προθεσμίες της ως άνω απόφασης που προβλέπουν δυνατότητα αλλαγής ωραρίου μόνο εντός συγκεκριμένου διαστήματος ανά ημερολογιακό έτος.
Για τις Υπηρεσίες, για τις οποίες ισχύει ειδικό ωράριο απασχόλησης ή για τις οποίες, βάσει ειδικής ρύθμισης, δεν ισχύει η δυνατότητα επιλογής ωραρίου, τα αιτήματα για ευέλικτο ωράριο απασχόλησης που υποβάλλονται δυνάμει του άρθρου 31 του ν.4808/2021 θα πρέπει να εξετάζονται με γνώμονα τις ανωτέρω παραμέτρους λαμβάνοντας επιπλέον υπόψη σε κάθε περίπτωση την ανάγκη εύρυθμης λειτουργίας των Υπηρεσιών
Σε κάθε περίπτωση απόρριψης ή αναβολής ικανοποίησης του υποβαλλόμενου αιτήματος θα πρέπει, όπως αναφέρεται στη διάταξη, να τεκμηριώνεται ο λόγος απόρριψης ή αναβολής ικανοποίησής του.
Α.3.3. ΜΕΙΩΜΕΝΗ ΑΠΑΣΧΟΛΗΣΗ ΩΣ ΕΥΕΛΙΚΤΗ ΡΥΘΜΙΣΗ ΕΡΓΑΣΙΑΣ
Όσον αφορά τους μόνιμους υπαλλήλους και τους υπαλλήλους με σχέση ΙΔΑΧ που υπηρετούν σε φορείς που υπάγονται στο πεδίο εφαρμογής του Υπαλληλικού Κώδικα υπενθυμίζεται ότι ισχύουν οι διατάξεις των παρ. 1Α των άρθρων 51 και 53 του Υπαλληλικού Κώδικα, όπως τροποποιήθηκαν με τον ν. 4830/2021, που προβλέπουν τη δυνατότητα μείωσης των ωρών εργασίας μέχρι και πενήντα τοις εκατό (50%), με ανάλογη μείωση των αποδοχών, για χρονική διάρκεια μέχρι πέντε (5) έτη είτε λόγω ανατροφής τέκνου ηλικίας έως 8 ετών (παρ. 1Α του άρθρου 53 του ΥΚ) είτε για σοβαρούς ιδιωτικούς λόγους (παρ. 1Α του άρθρου 51 του ΥΚ). Ως εκ τούτου, για τη δυνατότητα μειωμένης απασχόλησης για το εν λόγω προσωπικό ισχύουν και εφαρμόζονται οι εν λόγω διατάξεις και οι προβλεπόμενες σε αυτές διαδικασίες και προϋποθέσεις.
Για το προσωπικό με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου ορισμένου χρόνου δύναται να χορηγείται σε γονείς τέκνων ηλικίας έως δώδεκα (12) ετών ή σε φροντιστές μειωμένη απασχόληση με ανάλογη μείωση των αποδοχών κατ΄εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου 31 του ν.4808/2021. Σε κάθε περίπτωση, κατ’ αναλογία και των προβλεπόμενων στις ως άνω διατάξεις του ΥΚ, το ποσοστό μείωσης του χρόνου απασχόλησης δεν δύναται να υπερβαίνει το 50% και ο εβδομαδιαίος χρόνος απασχόλησης δεν μπορεί να είναι λιγότερος από 20 ώρες την εβδομάδα. Η μείωση του χρόνου απασχόλησης μπορεί να αφορά μείωση του ημερήσιου χρόνου απασχόλησης ή μείωση των ημερών απασχόλησης και ως χρόνος πραγματικής δημόσιας υπηρεσίας για κάθε νόμιμη συνέπεια, υπολογίζεται μόνο ο χρόνος πραγματικής απασχόλησης. Τα αιτήματα για μειωμένη απασχόληση εξετάζονται με τη διαδικασία και τις προϋποθέσεις που προβλέπονται στο άρθρο 31 του ν.4808/2021 και όσον αφορά την εξέταση της προϋπόθεσης περί απασχόλησης με διαδοχικές συμβάσεις στον ίδιο εργοδότη ισχύουν τα αναφερόμενα στο Κεφάλαιο Α.1. της παρούσας. Τα εν λόγω αιτήματα υποβάλλονται στην αρμόδια Υπηρεσία προσωπικού και για την ικανοποίησή τους ή μη ζητείται η έγκριση του άμεσου προϊστάμενου του υπαλλήλου.
Β. ΛΟΙΠΕΣ ΔΙΕΥΚΡΙΝΙΣΕΙΣ
Κατόπιν διαφόρων ερωτημάτων που τίθενται στην Υπηρεσία μας για την εφαρμογή διατάξεων περί χορήγησης αδειών και προκειμένου να εφαρμόζονται ενιαία και ομοιόμορφα οι σχετικές διατάξεις από το σύνολο των Υπηρεσιών, παρέχονται οι εξής διευκρινίσεις:
Β.1. ΚΑΝΟΝΙΚΗ ΑΔΕΙΑ
α) Με την αριθ. ΔΙΔΑΔ/Φ.51/590/οικ. 14346/29-5-2008 εγκύκλιό μας, διευκρινίστηκε ότι η αναγνώριση συνεχόμενης ή τμηματικής προϋπηρεσίας στον ίδιο ή άλλο φορέα του δημοσίου, νπδδ ή σε ΟΤΑ, ως χρόνου πραγματικής δημόσιας υπηρεσίας όπως αυτός ορίζεται στο άρθρο 98 του Υ.Κ. και στο άρθρο 102 του ΚΚΔΚΥ, λαμβάνεται υπόψη προκειμένου ο νεοδιορισθείς υπάλληλος να θεμελιώσει δικαίωμα λήψης κανονικής άδειας υπό την προϋπόθεση ότι δεν του έχει χορηγηθεί από τον προηγούμενο φορέα του δημοσίου, νπδδ ή ΟΤΑ, κανονική άδεια ή δεν καταβλήθηκε όπου προβλέπεται, αποζημίωση για τη μη ληφθείσα άδεια για το ίδιο ημερολογιακό έτος. Η κατά τα ανωτέρω προϋπηρεσία λαμβάνεται υπόψη τόσο για τη συμπλήρωση του διαστήματος των δύο (2) μηνών που θέτει το άρθρο 48 του Υ.Κ., όσο και για την προσαύξηση των ημερών κανονικής άδειας. Οι δικαιούμενες ημέρες άδειας υπολογίζονται με βάση το συνολικό χρόνο υπηρεσίας (πριν και μετά το νέο διορισμό) και σύμφωνα με τα όσα ρητά προβλέπονται στην παράγραφο 2 του άρθρου 48 του ΥΚ, αφαιρουμένων πάντοτε των ημερών αδείας που έχουν ήδη χορηγηθεί ή αποζημιωθεί από τον προηγούμενο φορέα του δημοσίου κατά το ίδιο ημερολογιακό έτος.
Σε συνέχεια της ως άνω διευκρίνισης επισημαίνεται δε ότι η κατά τα ανωτέρω θεμελίωση του δικαιώματος κανονικής άδειας στους υπαλλήλους που εμπίπτουν στις διατάξεις του Υ.Κ. συναρτάται με την πραγματική δημόσια υπηρεσία όπως αυτή προσδιορίζεται στις διατάξεις του άρθρου 98 του Υ.Κ. χωρίς να απαιτείται η προηγούμενη αναγνώριση αυτής από το αρμόδιο όργανο ή ο προηγούμενος έλεγχος γνησιότητας των δικαιολογητικών με τα οποία αυτή αποδεικνύεται, καθώς αυτά τίθενται ως προϋποθέσεις για την βαθμολογική ένταξη. Συνεπώς, οι υπάλληλοι εφόσον έχουν κατά το διορισμό τους πραγματική δημόσια υπηρεσία, θεμελιώνουν δικαίωμα λήψης κανονικής άδειας προσαυξανόμενης ανάλογα με τα έτη της προϋπηρεσίας και αφαιρουμένων των ημερών κανονικής άδειας που οι υπάλληλοι τυχόν έχουν λάβει ή αποζημιωθεί από τον προηγούμενο δημόσιο φορέα για το ίδιο ημερολογιακό έτος. Επιπρόσθετα, υπόλοιπο κανονικής άδειας προηγούμενου έτους που δεν είχε λάβει ο υπάλληλος από την υπηρεσία, στην οποία υπηρετούσε πριν την παραίτησή του δεν μεταφέρεται στη νέα υπηρεσία, δεδομένου ότι πρόκειται για νέο διορισμό και καταρτίζεται νέα υπαλληλική σχέση.
Τέλος, επισημαίνεται ότι για το μόνιμο και με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου προσωπικό που υπηρετεί στο δημόσιο, στα ν.π.δ.δ., και στους ο.τ.α. α’ και β΄ βαθμού δεν προβλέπεται δικαίωμα αποζημίωσης για μη ληφθείσα κανονική άδεια, αλλά η άδεια ή τμήμα αυτής που δεν χορηγήθηκε μέσα στο έτος, χορηγείται υποχρεωτικά στο επόμενο έτος. Στην περίπτωση που για οποιονδήποτε λόγο, συμπεριλαμβανομένης και της λύσης της υπαλληλικής σχέσης δεν καθίσταται δυνατή η χορήγηση της κανονικής άδειας στο επόμενο έτος, η άδεια αυτή δεν αποζημιώνεται.
β) Σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 49 του Υπαλληλικού Κώδικα (ν.3528/2007), όπως ισχύει: «1. Δεκαπέντε (15) ημέρες από την κανονική άδεια χορηγούνται υποχρεωτικά, εφόσον το ζητήσει ο υπάλληλος, από 15 Μαΐου έως 31 Οκτωβρίου. … Όταν με αίτηση του υπαλλήλου ολόκληρη η άδεια χορηγείται εκτός από την περίοδο αυτή, προσαυξάνεται κατά πέντε (5) εργάσιμες ημέρες. Η προσαύξηση αυτή δεν χορηγείται όταν ο υπάλληλος κάνει χρήση της κανονικής του άδειας κατά την περίοδο των Χριστουγέννων και του Πάσχα…».
Από τη γραμματική διατύπωση και τον σκοπό της διάταξης της παρ. 1 του άρθρου 49 του Υ.Κ. προκύπτει ότι για την θεμελίωση του δικαιώματος της προβλεπόμενης προσαύξησης της κανονικής άδειας του έτους θα πρέπει να διαπιστωθεί στο τέλος του έτους ότι ο υπάλληλος δεν απουσίαζε με κανονική άδεια του ίδιου έτους ή με κανονική άδεια που μεταφέρθηκε από το προηγούμενο έτος ή με άλλου είδους ειδική άδεια κατά τα επίμαχα χρονικά διαστήματα, δεδομένου ότι σκοπός του νομοθέτη είναι να «επιβραβεύσει» τον υπάλληλο, ο οποίος με την παροχή εργασίας εκ μέρους του κατά τα κρίσιμα διαστήματα διευκολύνει τη λειτουργία της Υπηρεσίας.
Β.2. ΑΝΑΡΡΩΤΙΚΗ ΑΔΕΙΑ
α) Σύμφωνα με τις διατάξεις της παρ. 1 του άρθρου 54 του Υπαλληλικού Κώδικα (ν.3528/2007), όπως ισχύει: «1. Στον υπάλληλο που είναι ασθενής ή χρειάζεται να αναρρώσει, χορηγείται αναρρωτική άδεια με αποδοχές τόσων μηνών όσα είναι τα έτη της υπηρεσίας του, από την οποία αφαιρείται το σύνολο των αναρρωτικών αδειών που τυχόν έχει λάβει μέσα στην προηγούμενη πενταετία. Αναρρωτική άδεια χορηγούμενη χωρίς διακοπή δεν μπορεί να υπερβεί τους δώδεκα (12) μήνες. Χρόνος υπηρεσίας τουλάχιστον έξι (6) μηνών θεωρείται ως πλήρες έτος. Υπάλληλος, ο οποίος δεν έχει συμπληρώσει χρόνο υπηρεσίας έξι (6) μηνών, δικαιούται να λάβει τις βραχυχρόνιες αναρρωτικές άδειες που προβλέπονται. Μετά την εξάντληση τους, ο υπάλληλος δικαιούται άδεια άνευ αποδοχών».
Επομένως, όπως προκύπτει εκ των ανωτέρω διατάξεων, ο υπάλληλος που έχει χρόνο πραγματικής υπηρεσίας μικρότερο των έξι (6) μηνών δικαιούται τις βραχυχρόνιες αναρρωτικές άδειες της παρ. 2 του άρθρου 55 του Υ.Κ. (οκτώ ημέρες) και μετά την εξάντληση τους μπορεί να κάνει χρήση άδειας άνευ αποδοχών, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 51 του Υ.Κ. Εφόσον έχει ήδη λάβει άδεια άνευ αποδοχών δυνάμει της παρ. 1 του άρθρου 51 του Υ.Κ., θα πρέπει να χορηγηθεί άδεια άνευ αποδοχών δυνάμει της παρ. 2 του ίδιου άρθρου. Επισημαίνεται δε ότι σε περίπτωση εξάντλησης των δικαιούμενων αναρρωτικών αδειών, λόγω της ειδικής νομοθετικής πρόβλεψης για τους υπαλλήλους αυτούς, δεν είναι δυνατή η εφαρμογή των διατάξεων περί διαθεσιμότητας λόγω ασθένειας.
β) Λαμβάνοντας υπόψη ότι: i) οι βραχυχρόνιες και οι μακροχρόνιες αναρρωτικές άδειες προβλέπονται στις διατάξεις του Υπαλληλικού Κώδικα ως διακριτά δικαιώματα, ii) η ασθένεια και οι απαιτούμενες ημέρες ανάρρωσης δεν είναι δυνατόν να καθοριστούν εκ των προτέρων ούτε ως γεγονός ούτε ως προς την διάρκειά τους για κάθε υπάλληλο, iii) δεν προβλέπεται ως προϋπόθεση για τη χορήγηση των μακροχρόνιων αναρρωτικών αδειών η προηγούμενη εξάντληση των βραχυχρόνιων αναρρωτικών αδειών, αλλά και το αντίθετο, ήτοι iv) εφόσον έγινε χρήση μακροχρόνιας αναρρωτικής άδειας ως πρώτη αναρρωτική άδεια εντός του ημερολογιακού έτους από τον υπάλληλο, οι ημέρες αυτές δεν συμψηφίζονται με τον δικαιούμενο αριθμό βραχυχρόνιων αναρρωτικών αδειών, διευκρινίζεται ότι υπάλληλος, ο οποίος έκανε αρχικώς χρήση μακροχρόνιας αναρρωτικής άδειας εντός του ημερολογιακού έτους, δύναται ακολούθως εντός του ίδιου ημερολογιακού έτους να κάνει χρήση των βραχυχρόνιων αναρρωτικών αδειών που δικαιούται.
Παράδειγμα
Υπάλληλος αιτείται εντός του ημερολογιακού έτους, και ενώ δεν έχει λάβει ακόμα καμία αναρρωτική άδεια για το ίδιο έτος, αναρρωτική άδεια με γνωμάτευση θεράποντος ιατρού διάρκειας δεκαπέντε (15) ημερών. Η αναρρωτική αυτή άδεια, εφόσον ο υπάλληλος διαθέτει υπόλοιπο δικαιούμενων ημερών αναρρωτικής άδειας, θα παραπεμφθεί εις ακέραιον όσον αφορά τον αιτούμενο αριθμό ημερών αναρρωτικής άδειας στην αρμόδια πρωτοβάθμια υγειονομική επιτροπή ως μακροχρόνια αναρρωτική άδεια, ήτοι και για το σύνολο των δεκαπέντε ημερών και ο ίδιος υπάλληλος εξακολουθεί να δύναται εντός του ίδιου έτους να λάβει βραχυχρόνια αναρρωτική συνολικά οκτώ (8) ημερών, δύο εκ των οποίων δύναται να λάβει με μόνη υπεύθυνη δήλωση.
Β.3. ΑΔΕΙΑ ΠΑΤΡΟΤΗΤΑΣ
Σε συνέχεια της σχετικής αριθ. 47972/7-7-2021 εγκυκλίου του Υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων (ΑΔΑ: 6ΟΝΤ46ΜΤΛΚ-ΗΣΗ), και όσον αφορά τόσο την εφαρμογή της διάταξης της παρ. 1 του άρθρου 50 του Υπαλληλικού Κώδικα (όπως τροποποιήθηκε με τον ν.4830/2021) για την άδεια πατρότητας των 14 ημερών, όσο και την εφαρμογή της αντίστοιχης διάταξης του άρθρου 27 του ν.4808/2021 (για τους υπαλλήλους με σχέση εργασίας ΙΔΟΧ- άρθρο 220 του ΠΔ 80/2022, Κώδικας Ατομικού Εργατικού Δικαίου), διευκρινίζεται ότι, σε περίπτωση νοσηλείας του νεογνού μετά τον τοκετό, κατά το διάστημα του πρώτου μήνα από την γέννησή του, λόγω της οποίας η χορήγηση της άδειας πατρότητας κατά το διάστημα αυτό δεν συμβαδίζει με τον σκοπό της χορήγησής της που είναι η φροντίδα αυτού και η ενίσχυση του συναισθηματικού δεσμού του πατέρα με το παιδί, τότε είναι δυνατή η χορήγηση τμήματος ή και συνόλου της άδειας άμεσα μετά την ολοκλήρωση της νοσηλείας του τέκνου.
Δείτε αναλυτικά την εγκύκλιο.