Δευτέρα - Παρασκευή | 10:00 - 21:00 | ΑΓΗΣΙΛΑΟΣ Κ. ΣΙΝΤΟΡΗΣ ΜΑΡΙΑ Β. ΤΟΓΕΛΟΥ & ΣΥΝΕΡΓΑΤΕΣ
Γρηγορίου Λαμπράκη 29, Ηγουμενίτσα

Αξίωση χρηματικής ικανοποίησης για ηθική βλάβη

To Δικαστήριο της ουσίας, εφόσον δεχθεί ότι λόγω της αδικοπραξίας προκλήθηκε σε κάποιο πρόσωπο ηθική βλάβη, καθορίζει ακολούθως το ύψος της οφειλόμενης χρηματικής ικανοποίησης επί τη βάσει των κανόνων της κοινής πείρας και της λογικής, λαμβάνοντας ιδίως υπόψη, ως κριτήρια, το είδος της προσβολής, την έκταση της βλάβης, τις συνθήκες τέλεσης της αδικοπραξίας, τη βαρύτητα του πταίσματος του υπόχρεου, το τυχόν συντρέχον πταίσμα του δικαιούχου και την οικονομική και κοινωνική κατάσταση των διαδίκων μερών, χωρίς να απαιτείται η ειδικότερη αιτιολόγηση καθενός στοιχείου. Σκοπός της διάταξης του άρθρου 932 ΑΚ

είναι να επιτυγχάνεται μία υπό ευρεία έννοια αποκατάσταση του παθόντος για την ηθική του βλάβη, λόγω της αδικοπραξίας, ώστε αυτός να απολαύει μία δίκαιη και επαρκή ανακούφιση και παρηγοριά, χωρίς, από το άλλο μέρος, να εμπορευματοποιείται η προσβληθείσα ηθική αξία και να επεκτείνεται υπέρμετρα το ύψος της αποζημίωσης για ηθική βλάβη, που δεν μπορεί να αποτιμηθεί επακριβώς σε χρήμα. Με βάση τον σκοπό αυτό αντλούνται και τα ουσιώδη κριτήρια της έννοιας του «ευλόγου» και πλέον πρόσφορα μέσα για την εκπλήρωση του ανωτέρω σκοπού της διάταξης, τα οποία και πρέπει να καθοδηγούν τον δικαστή κατά τον σχηματισμό της εύλογης κατ’ άρθρο 932

ΑΚ κρίσης του. Παρά δε το γεγονός ότι ο προσδιορισμός του ποσού της εύλογης χρηματικής ικανοποίησης αφέθηκε στην ελεύθερη εκτίμηση του Δικαστηρίου, η σχετική κρίση πρέπει να διέπεται κατά τον καθορισμό του από την αρχή της αναλογικότητας, ως γενικής νομικής αρχής και μάλιστα αυξημένης τυπικής ισχύος (άρθρα 2 § 1 και 25 του Συντάγματος). Υπό την έννοια αυτή η κρίση του Δικαστηρίου δεν πρέπει να υπερβαίνει τα ακραία όρια της διακριτικής του ευχέρειας, όπως αυτά διαπιστώνονται από τα δεδομένα της κοινής πείρας και την κοινή περί δικαίου συνείδηση σε ορισμένο τόπο και χρόνο και αποτυπώνονται στη συνήθη πρακτική των δικαστηρίων. Και τούτο, διότι μία απόφαση, με την οποία επιδικάζεται ένα ευτελές ή υπέρμετρα μεγάλο ποσό προς αποκατάσταση της ηθικής βλάβης του προσώπου, ως δήθεν εύλογο κατά την ελεύθερη κρίση του Δικαστηρίου, ευτελίζει στην πρώτη περίπτωση τον σεβασμό της αξίας του ανθρώπου και δικαιούχου της χρηματικής ικανοποίησης, ενώ στη δεύτερη το δικαίωμα της περιουσίας του υπόχρεου σε καταβολή. Αντίθετα, το Δικαστήριο, επεμβαίνοντας στη διαφορά μεταξύ ιδιωτών, πρέπει να τηρεί μια δίκαιη ισορροπία ανάμεσα στα αντιτιθέμενα συμφέροντα, με παράλληλη προστασία των θεμελιωδών δικαιωμάτων (ΟλΑΠ 10/2017, ΑΠ 34/2022, ΑΠ 187/2021, ΑΠ 11/9/24, 4:48 μ.μ. ΝΟΜΟΣ – ΒΑΣΕΙΣ ΝΟΜΙΚΩΝ ΔΕΔΟΜΕΝΩΝ

https://lawdb.intrasoftnet.com/nomos/3_nomologia_rs_sub.php 3/112/2020, ΑΠ 43/2020, ΕφΑθ 18/2022, ΕφΠειρ 127/2022, ΕφΠατρ 8/2022 δημοσιευμένες στην ΤΝΠ Νόμος, ΑΠ 525/2021 ΑΠ 1037/2021, ΕφΑνατΚρητ 79/2021 δημοσιευμένες στην ΤΝΠ Qualex).

Κρίσιμος χρόνος για τον υπολογισμό του εύλογου αυτού χρηματικού ποσού είναι ο χρόνος της συζήτησης της υπόθεσης ενώπιον του πρωτοβαθμίου δικαστηρίου (ΑΠ 12/2020, ΑΠ 43/2020, ΑΠ 265/2020 δημοσιευμένες στην ΤΝΠ Νόμος, ΑΠ 525/2021 ΤΝΠ Qualex). Επιπλέον, δικαιούχος της αποζημίωσης μπορεί να είναι τόσο φυσικό, όσο και νομικό πρόσωπο, που προσβλήθηκε με την αδικοπραξία άμεσα στα δικαιώματα, έννομα αγαθά, ή προστατευόμενα συμφέροντά του. Δικαιούται, δηλαδή να ζητήσει αποκατάσταση της ηθικής βλάβης και νομικό πρόσωπο, εάν με την αδικοπραξία προσβλήθηκε η εμπορική του πίστη, η επαγγελματική του υπόληψη και, γενικά, το εμπορικό του μέλλον (ΑΠ 1048/2020, ΑΠ 932/2019, ΑΠ 193/2018, ΕφΠειρ 327/2022 δημοσιευμένες στην ΤΝΠ Νόμος). Επιπλέον, από τον συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 111§2, 118 § 4, 216 ΚΠολΔ, 297, 298, 914 και 932 ΑΚ προκύπτει ότι στην αγωγή για αποζημίωση καθώς και για χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης από αδικοπραξία απαιτείται, για την πληρότητα του δικογράφου, να αναφέρονται τα περιστατικά εκείνα που συνιστούν την παράνομη και υπαίτια συμπεριφορά του εναγόμενου, να προσδιορίζεται η ζημία περιουσιακή ή μη (ηθική βλάβη) και να αναφέρεται η αιτιώδης συνάφεια μεταξύ της πράξης ή παράλειψής του και της περιουσιακής ζημίας ή της ηθικής βλάβης, που κρίνεται κατά τις διατάξεις των άρθρων 297 και 298 ΑΚ και η οποία υφίσταται, όταν η υπαίτια συμπεριφορά ήταν ικανή με βάση αντικειμενικά κριτήρια κατά τη συνήθη πορεία των πραγμάτων, να επιφέρει το επιζήμιο αποτέλεσμα, το οποίο και επέφερε πράγματι στη συγκεκριμένη περίπτωση (ΑΠ 1406/2021, ΑΠ 935/2020, ΑΠ 1110/2020, ΑΠ 803/2019, ΕφΑθ 3414/2021, ΕφΠειρ 9/2021 δημοσιευμένες στην ΤΝΠ Νόμος). Όσον αφορά στα νομικά πρόσωπα, η αξίωση χρηματικής ικανοποίησης λόγω ηθικής βλάβης καθιδρύεται πρωτογενώς υπέρ αυτών, εφόσον με την τελούμενη σε βάρος τους αδικοπραξία προσβάλλεται η εμπορική φήμη, η πίστη, η επιχειρηματική δραστηριότητα και το μέλλον αυτών, χωρίς να απαιτείται κατ’ αρχήν για το ορισμένο του σχετικού αιτήματος της αγωγής η εξειδίκευση της προβαλλόμενης ηθικής βλάβης, διότι είναι φανερό ότι αυτή αναφέρεται στην πίστη, το κύρος, τη φήμη κλπ. του νομικού προσώπου. Πλην όμως, στις περιπτώσεις αυτές, δεδομένου ότι επί νομικών προσώπων η ηθική βλάβη δεν ανάγεται σε ενδιάθετο συναίσθημα, αναγόμενο στον εσωτερικό κόσμο και κρινόμενο με τα δεδομένα της ανθρώπινης λογικής χωρίς αποδείξεις, όπως συμβαίνει στα φυσικά πρόσωπα, αλλά σε συγκεκριμένη, έχουσα υλική υπόσταση, βλάβη, για το ορισμένο της σχετικής αγωγής απαιτείται το ενάγον νομικό πρόσωπο να επικαλείται και να αποδεικνύει με κάθε νόμιμο αποδεικτικό μέσο τη συγκεκριμένη αυτή βλάβη που έχει υλική υπόσταση, άλλως η αγωγή είναι αόριστη (ΟλΑΠ 8/2008, ΑΠ 1048/2020, ΑΠ 932/2019, ΑΠ 730/2015, ΑΠ 384/2011 ΕφΑθ 400/2022, ΕφΑθ 4636/2021, ΕφΠειρ 32/2021, ΕφΑθ 6645/2019 δημοσιευμένες στην ΤΝΠ Νόμος, ΜΕφΑθ 1211/2022, ΜΕφΑΘ 661/2022 δημοσιευμένες στην ΤΝΠ Qualex. Γεωργιάδης Απ. σε Γεωργιάδη/Σταθόπουλο, τ. IV, έκδ. 1982, άρθρο 932 σελ. 817, αρ. 13, Γεωργιάδης Γ., σε ΣΕΑΚ, έκδ. 2013, τ. I, άρθρο 932, σελ. 1903, αρ. 22, Πατεράκης Στ., Η χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης, έκδ. 1995, σελ. 292). Συνεπώς, προκειμένου να κριθεί, εάν και κατά πόσον επήλθε, συνεπεία της αδικοπραξίας προσβολή της εμπορικής πίστης και της επαγγελματικής υπόληψης του νομικού προσώπου, πρέπει στο δικόγραφο της αγωγής να αναφέρεται η επιχειρηματική και περιουσιακή κατάσταση του θιγόμενου, χωρίς την παρεμβολή της επιλήψιμης συμπεριφοράς και μετά την εκδήλωση αυτής, ώστε να προκύπτει διαφορά και να δικαιολογείται η αιτούμενη χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης (ΑΠ 1346/2000, ΕφΑΘ 2666/2021, ΕφΑθ 698/2020, ΕφΑθ 6645/2019, ΜΠρΠατρ 68/2021, ΜΠρΠατρ 13/2021 δημοσιευμένες στην ΤΝΠ Νόμος, ΜΕφΑθ 1211/2022, ΜΕφΑθ 661/2022, ΜΕφΑθ 2575/2020 δημοσιευμένες στην ΤΝΠ Qualex. Γεωργιάδης Απ., ό.π., Πατεράκης Στ., ό.π., σελ. 130 και 292 επ).

 

Ναταλία Κ. Νεραντζάκη, δικηγόρος

info@efotopoulou.gr

Πηγή άρθρου